Τα τελευταία χρόνια οι πυρκαγιές το καλοκαίρι είναι τόσο συχνές που τείνουν να εξελιχθούν σε φυσιολογικό γεγονός. Αυτό όμως που συνέβη το 20xx δεν έχει προηγούμενο. Πρόκειται για μια από τις πιο μεγάλες εθνικές τραγωδίες. Οι εικόνες και οι ειδήσεις που έρχονταν από διάφορα σημεία της χώρας ήταν αποκαρδιωτικές. Εκτός από την οδύνη και την οργή που κυριεύει (;) κάθε πολίτη αυτού του τόπου πρέπει να σταθούμε και στα αίτια αυτής της καταστροφής που άφησε πίσω τις δεκάδες νεκρούς, βιολογικά και κοινωνικά, και εξαφάνισε μεγάλο μέρος του δασικού μας πλούτου.
Εκείνες τις μέρες ακούσαμε διάφορα στα τηλεοπτικά παράθυρα. Από ορθές θέσεις του στυλ “ας σταθούμε δίπλα στα θύματα κι ας αφήσουμε τη μικροπολιτική κριτική” μέχρι θεωρίες συνομωσίας για το ποιοι έκαψαν και γιατί. Από στελέχη της κυβέρνησης ακούστηκαν διάφορες (βολικές) θεωρίες όπως ότι ήταν οργανωμένο σχέδιο τρομοκρατών (κατά το “America is under attack” του Bush στην 11η Σεπτεμβρίου) ή αντιεξουσιαστών (αυτών δηλαδή που έδωσαν βροντερό παρόν στις πορείες διαμαρτυρίας για την Πάρνηθα και συμμετείχαν στις εκδηλώσεις για την αναδάσωσή της). Απ’ την άλλη, οι γνωστοί προστάτες του έθνους έκαναν λόγο για ξένα κέντρα που θέλουν να πλήξουν το κύρος και τη σταθερότητα της χώρας.
Ίσως έχουν δίκιο, μπορεί το Ιράν να έκαψε τα δάση μας γιατί παρουσιάζονται οι Πέρσες “αδελφές” και δολοφόνοι στο κινηματογραφικό “300”. Ίσως πάλι να έβαλε τις πυρκαγιές η Κοκκινοσκουφίτσα για να εκδικηθεί τον Κακό Λύκο… Η αλήθεια είναι βέβαια ότι ανέκαθεν συγκινούσαν τις μάζες οι θεωρίες συνομωσίας. Προσφέρουν εύκολες ερμηνείες και δεν απαιτούν και πολύ ψάξιμο.
Όμως το ερώτημα ποιος καίει την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια πρέπει να τεθεί σε δεύτερη μοίρα. Γιατί πρώτα πρέπει να αναρωτηθούμε πώς φτάσαμε ως εδώ. Πώς μια χώρα με τεράστιο γεωγραφικό πλούτο παρά τη μικρή της έκταση, είναι σήμερα ρημαγμένη και φαλακρή. Είναι γεγονός πως η δασική πολιτική της χώρας μας ειδικά την τελευταία εικοσαετία είναι ανύπαρκτη έως καταστροφική. Την ώρα που σε όλα τα ευνοούμενα κράτη η δασική προστασία αποτελεί αντικείμενο εξονυχιστικής μελέτης από ειδικούς επιστήμονες και η πολιτική προστασία λειτουργεί με βάση τεκμηριωμένα πορίσματα, στην Ελλάδα αγνοούμε ακόμα και τα βασικά: η χώρα μας είναι η μοναδική στην Ευρωπαϊκή Ένωση που δεν διαθέτει δασολογία και κτηματολόγιο με αποτέλεσμα ο καθένας να μπορεί να διεκδικεί την καμένη γη.
Η πρώτη σοβαρή προσπάθεια εκπόνησης εμπεριστατωμένης πολιτικής έπεσε στο κενό καθώς το πόρισμα που συνέταξε η διακομματική επιτροπή του 1993 δεν ελήφθη υπόψη ποτέ. Η κατάσταση στη δασοπροστασία επιδεινωνόταν διαρκώς για να φτάσουμε στο σημερινό χάος. Τα τελευταία χρόνια βασικά στελέχη της ήδη ελλιπούς Πυροσβεστικής αντικαταστάθηκαν με λιγότερο εξειδικευμένο προσωπικό ενώ ένα σημαντικό μέρος εκπαιδευμένων δασοπυροσβεστών απολύθηκε (τουλάχιστον ιδρύθηκε το ένδοξο σώμα των… αγροφυλάκων).
Αρχιπυροσβέστης δήλωνε πριν με απόγνωση ότι οι ελλείψεις στο σώμα αγγίζουν τις 5000 θέσεις! Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι οι άμοιροι πυροσβέστες να δίνουν άνιση μάχη με τις φλόγες σε όλη τη χώρα περιμένοντας είτε να σβήσουν οι πυρκαγιές αφού κάψουν τα πάντα είτε είτε να τις σβήσουν οι ειδικά εκπαιδευμένοι δασοκομμάντος που έρχονται από τη Γαλλία.
Είναι κάτι παραπάνω από οφθαλμοφανές ότι ο κρατικός μηχανισμός νοσεί και αδυνατεί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Όμως αυτός ο κρατικός μηχανισμός δεν μας ήρθε ουρανοκατέβατος. Συγκρατήθηκε από τους ανθρώπους που οι Έλληνες πολίτες ψηφίζουν. Και είναι χαρακτηριστικό ότι η αδυναμία του κρατικού μηχανισμού είναι διαχρονικό πολιτικό φαινόμενο. Είναι γεγονός ότι από την ίδρυση του ελληνικού κράτους η δομή των πολιτικών σχέσεων σφραγίζεται από την κυριαρχία του πελατειακού συστήματος.
Η ανταλλαγή υπηρεσιών μεταξύ επιφανών, και όχι μόνο, οικογενειών και πολιτικών επέτρεπε συχνά σε ανίκανους ανθρώπους να ανέρχονται σε υψηλά κυβερνητικά κλιμάκια. Παρά το γεγονός ότι η πολιτική “νεωτερικότητα” προσπαθεί να υποβαθμίσει τη σημασία της σήμερα, η πελατεία δημιούργησε μια ιδιότυπη πολιτική κουλτούρα: το Εγώ τείνει να κυριαρχεί πάντα του Εμείς. Τα μικροπολιτικά συμφέροντα είχαν σοβαρό αντίκτυπο στον σχεδιασμό του κρατικού μηχανισμού στη χώρα. Η αδυναμία του να αντιμετωπίσει το ζήτημα της δασοπροστασίας είναι ένα από τα συμπτώματα αυτού του σχεδιασμού.
Περνώντας στο ερώτημα για το ποιος καίει τη χώρα και το ποιος θα τιμωρηθεί, τα παραπάνω δεδομένα μας καθιστούν απαισιόδοξους για το αν θα βρεθεί απάντηση. Τα συμφέροντα που υποκινούν τους εμπρηστές είναι λίγο-πολύ γνωστά. Ίσως βέβαια να υπάρχουν και κίνητρα τα οποία σήμερα αγνοούμε. Για να τα βρούμε και να φέρουμε τους υπαίτιους στη δικαιοσύνη απαιτείται προσπάθεια την οποία το ελληνικό κράτος δεν κατέβαλε στο παρελθόν. Και πώς να καταβάλει όταν κατά καιρούς έχουν εμπλακεί και πολιτικά πρόσωπα σε υποθέσεις καταπάτησης και όταν η Πολιτεία κρατά ένοχη σιωπή απέναντι στις άπληστες και παράλογες εδαφικές διεκδικήσεις της Εκκλησίας σε καμένες εκτάσεις.
Όμως η αναγκαιότητα αντιμετώπισης της κατάστασης δεν μας επιτρέπει να κοιτάμε πίσω για πολύ. Πρέπει όλοι να αναλάβουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν και να απαιτήσουμε από αυτούς που έχουν τις περισσότερες ευθύνες να θέσουν σε προτεραιότητα το ζήτημα της προστασίας των δασών (τωρα που πλησιαζουν εκλογες).
Το κράτος δεν είναι μόνο αυτοί που το κυβερνούν αλλά και εμείς οι ίδιοι. Τα επόμενα χρόνια οι επιπτώσεις της καταστροφής θα γίνουν εντονότερες και αυτό οφείλουν να το συνειδητοποιήσουν όλοι οι Έλληνες.
Ως τότε θα είμαστε όλοι εμπρηστές…