Η στροφή προς την τοπική ιστορία στις μέρες μας είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Τα τελευταία χρόνια η δυνατότητα να ταξιδεύει κανείς σε χώρες του εξωτερικού είναι εύκολη ,
οι εικόνες που αντικρίζει κάποιος επισκεπτόμενος ένα διατηρημένο ιστορικό κέντρο είναι κάτι παραπάνω από δυνατές με τους υλικούς μάρτυρες, τον περιβάλλοντά χώρο, τα κτίρια, τα αντικείμενα μέσα σε αυτά, συνθέτουν τα συστατικά της ζωής. Τι γίνετε με την περίπτωση της Λάρισας? Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε καλυτέρα το θέμα καλο είναι να κάνουμε μια σύντομη ιστορική αναδρομή. Η Λάρισα παρουσιάζει αδιάλειπτη κατοίκηση και μεγάλη ιστορία. Η αρχαία Λάρισα όπως και η σημερινή, απλωνόταν στο βορειοανατολικό τμήμα της θεσσαλικής πεδιάδας κοντά στη δεξιά όχθη του Πηνειού ποταμού. Η περιοχή του «Φρουρίου» αποτέλεσε τον πυρήνα της συνεχούς κατοίκησης, καθώς ως χωμάτινος λόφος είτε φυσικός είτε ανθρωπογενείς με σταδιακές επιχώσεις προσέφερε την απαραίτητη ασφάλεια τόσο έναντι των εχθρών της πόλης όσο και του γειτονικού πλημμυρώδους Πηνειού. Μπορούμε να πούμε πως είναι μια από τις λίγες θέσεις στην Ελλάδα, που έχουν συνεχή κατοίκηση από την 6η χιλιετία π. Χ μέχρι σήμερα! Ότι δεν σώζεται πολλές κατασκευές οφείλεται στη χρήση εύθαρτων υλικών, όπως ωμά πλιθιά, ξύλα και κονιάματα, τα οποία δεν αφήνουν πάντοτε ορατά ίχνη και στη σπανιότητα του λίθου της θεσσαλικής πεδιάδας που οδηγεί στην ανάγκη να επαναχρησιμοποιηθεί το δομικό υλικό των παλαιότερων κτιρίων. Το οξύμωρο στο σήμερα είναι ότι από όλα αυτά τα χρόνια αδιάληπτης κατοίκησης δεν έχει καταφέρει να διατήρηση κάποια κτήρια κατασκευασμένα από την προσάρτηση το 1881 και μετά… Ένας βασικός λόγος είναι ότι μορφοποιήθηκε μέσα από μία διαδικασία ιδιωτικής αστικοποίησης, που βασίστηκε στην μονότονη επανάληψη της αστικής μονάδας (πολυκατοικίας), χωρίς συγκεκριμένο πρόγραμμα από ιδιώτες κατασκευαστές όπως και στα μεγαλύτερα αστικά κέντρα μέσο του εργαλείου της αντιπαροχής.
Η διαδικασία αυτή ήταν πολύ έντονη κατά τις δεκαετίες '60 και '70, κατά την οποία μέσω αυτής της κατάστασης αντικαταστάθηκε η πλειοψηφία των χαμηλών κτισμάτων με πολυκατοικίες με αποτέλεσμα να απομένει σήμερα κάτω από το 5% κτιρίων κτισμένων μέχρι το 1950 και αξιόλογων αρχιτεκτονικών κτισμάτων. Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική που χάθηκε διακρινόταν από δυο βασικά συστατικά την απλότητα και τη ανθρωποκεντρική προσέγγιση της κατασκευής που κατά την γνώμη μου ταυτίζεται με την ταυτότητα του τόπου μας. Ο σημερινός σχεδιασμός των κατοικιών είναι απρόσωπος με συγκεκριμένα μεγέθη αντιγραμμένα πλήρως από το ένα σπίτι στο άλλο μη λαμβάνοντας υπόψιν της ανάγκες του ανθρώπου και έγινε έντονα αντιληπτό κατά την διάρκεια της πανδημίας .
Παραθέτω κάποια χαρακτηριστικά κτίσματα της πόλης διατηρητέα μιας άλλης εποχής που κουβαλάνε ένα κομμάτι της ιστορίας μας, με όμορφες μνήμες και με άσχημες μνήμες που δεν πρέπει να λησμονούμε με ένα μικρό ιστορικό αντιλαμβανόμαστε ποια είναι η αντιμετώπιση διαχρονικά από την πολιτεία.
Οικία γερολυμάτου Σεφέρη στην Λάρισα
Σύντομο ιστορικό
Πρόκειται για διώροφο κτήριο επί της οδού Σεφέρη 39, (είναι το εικονιζόμενο στην 1η φωτογραφία) κτισμένο πριν το 1900-πιθανόν πριν το 1881. Η οικία βρίσκεται σήμερα επί της οδού Σεφέρη στον αριθμό 51 . Ως πρώτος ιδιοκτήτης του αναφέρεται ο Θεόδωρος Κυρλής. Μετά από αυτόν η κυριότητα πέρασε κληρονομικά στην κόρη του Χρυσή και με το θάνατο της τελευταίας περιήλθε στα τρία ξαδέλφια της Αριστέα, Βασιλική και Γεράσιμο Γερολιμάτο. Τελικά ο Γερ. Γερολυμάτος , συμβολαιογράφος το επάγγελμα, μετά τον θάνατο των αδελφών του έγινε ο μοναδικός κληρονόμος της οικίας. Τελευταία ιδιοκτήτρια η Ευφροσύνης Γεωργίου Γερολυμάτου- Φατούρου μέχρι το 1990. Μετά τον χαρακτηρισμό του ως διατηρητέου και με αίτηση της ιδιοκτήτριας έγινε ανταλλαγή από τον Δήμο Λάρισας του κτίσματος με δημοτικό οικόπεδο στην συνοικία Νεαπόλεως, μετά από την υπ αριθμ 5/1990 απόφασης Δημοτικού Συμβουλίου .
Ο πύργος του Χαροκόπου στην Γιάννουλη Λάρισας
Σύντομο Ιστορικό
Μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα το 1881, ολόκληρος ο θεσσαλικός κάμπος ήταν μοιρασμένος σε μεγάλες ιδιοκτησίες-τσιφλίκια, τα οποία οι Τούρκοι τσιφλικάδες πούλησαν σε Έλληνες κεφαλαιούχους, διατηρώντας με αυτόν τον τρόπο το ιδιοκτησιακό καθεστώς άθικτο και μετά την απελευθέρωση. Το έτος 1902, ο Κεφαλλονίτης στην καταγωγή Παναγής Χαροκόπος, άρχισε την ανοικοδόμηση του «Πύργου», σε σχέδια του επίσης Κεφαλλονίτη και αρχιτέκτονα των ανακτόρων, Αναστάσιου Μεταξά.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Μεταξάς αποτελεί τον «προσωπικό» αρχιτέκτονα του Παναγή Χαροκόπου και εκτός από τον «Πύργο της Πάννουλης», ανακαίνισε το Μέγαρο Χαροκόπου στην Αθήνα -σημερινό Μουσείο Μπενάκη-,σχεδίασε τη Χαροκόπειο Σχολή Οικοκυρικών στην Καλλιθέα -σημερινό Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο- και άλλα κτήρια και οικίες της οικογένειας.
Τα σχέδια του Μεταξά είναι επηρεασμένα από τα αρχιτεκτονικά ρεύματα που επικρατούν στις αρχές του 20ού αιώνα . Ο πύργος ανήκει σε ιδιώτη και είναι διατηρητέο μνημείο από το 1988 και ανήκει σε ιδιώτη.
Η παράθεση των δυο γνωστών διατηρητέων γίνεται για ένα λόγο, πως αντιμετωπίζει η τοπική αρχή την διατηρητέα κτίσματα υπό τη κατοχή της και πως η πολιτεία σε κεντρικό επίπεδο δεν δίνει κίνητρα για την διατήρηση τους.
Θα επανέλθω με ένα δεύτερο κείμενο που θα αφορά περισσότερα χαρακτηριστικά κτίσματα.
Ζουριδάκης Αλεξανδρος
Πολιτικός Μηχανικός
Msc Αποκατάσταση Ιστορικών Μνημείων και συνόλων