Οι εφηβικοί Έρωτες έχουν τελικά ένα ζητούμενο…. Νάναι τυχερός ο επόμενος!
Αφορμή για το κείμενο αυτό στάθηκε μια τυχαία μισάωρη παραμονή μου στο ΚΤΕΛ, περιμένοντας κάποιον επισκέπτη, πριν πέντε χρόνια. Προσπαθώντας να «σκοτώσω» την ώρα της αναμονής άρχισα να χαζεύω τον κόσμο που ερχόταν η έφευγε και το μάτι μου έπεσε σ’ ένα ζευγαράκι που ήταν αγκαλιασμένο και φιλιόταν με πάθος. Κάτι έκανε ‘’κλικ’’ στο μυαλό μου. Κάτι μου θύμιζε αυτή η σκηνή και ας την είχα ξαναδεί τόσες φορές. Ξαφνικά σαν να άστραψε ένα φλάς, τα θυμήθηκα όλα. Βλέπετε οι παιδικές φιλίες και παρέες δεν ξεχνιούνται ποτέ. Ο Σάββας και η Χριστίνα. Μέλη εκείνης της τρελοπαρέας που μέσα της αγαπήσαμε, κοντραριστήκαμε, ταξιδέψαμε, γλεντήσαμε και τελικά ανδρωθήκαμε και τράβηξε ο καθένας τον δρόμο του. Η ιστορία που θα διαβάσετε παρακάτω σίγουρα θα σας θυμίζει κάτι γιατί τελικά η μόδα αλλάζει – η ζωή όχι.
«Εκείνος μέσα στο λεωφορείο του ΚΤΕΛ για την Αθήνα, εκείνη απέξω. Τα μάτια τους είχαν κολλήσει επάνω στο τζάμι. Εμείς οι υπόλοιποι δεν υπήρχαμε, ήμασταν απλά εκεί. Κάναμε χαβαλέ με κάτι φούντες κόκκινες που πήγαιναν πέρα δώθε σαν ζελέ, ένα αυτοκόλλητο « Η Παναγία μαζί σου» απ’ακρη σ’ακρη και τη φωνή του Στελαρα που έπαιζε στη διαπασών. Τότε ακόμη δεν εκτιμούσαμε τον Στελάρα, μόνο τους PINK FLOYD.
Τι φόντο για έναν τόσο μεγάλο έρωτα! Έναν εφηβικό, απόλυτο έρωτα.
Ο Σάββας 18 , η Χριστίνα 16. Αναχωρούσε για το πανεπιστήμιο. Πόσα χιλιόμετρα μακριά θα πήγαινε; Εκατομμύρια! Οι εφηβικοί έρωτες έχουν έτσι κι αλλιώς άλλες μονάδες μέτρησης, αφού γιορτάζουν και τον ένα μήνα γνωριμίας σαν αιώνα. Και τώρα εκείνος έφευγε πιο μακριά και από τον ουρανό. Και κοιτάζονταν διαλυμένοι. Περιέργως οι έφηβοι ερωτευμένοι μπορούν να διαλύονται και να συναρμολογούντε χωρίς φθορές. Ανέπαφοι! Έφευγε μια χαρά παιδί ή μάλλον «φλώρος» . Με τα Adidas παπούτσια, το Levi’s ψάθα παντελόνι, το Lacoste μπλουζάκι, τα τσιγάρα του. Ηρθε έναν μηνά μετά για μια μέρα. Θα πέθαινε αν δεν την έβλεπε, θα πέθαινε αν δεν τον έβλεπε…Οι ερωτευμένοι πεθαίνουν κι ανασταίνονται με μεγαλύτερη ευκολία και από τον Λάζαρο.
Ηρθε άλλος άνθρωπος. Οι εμφανισιακές απαιτήσεις της γενιάς της μεταπολίτευσης έκαναν το καθήκον τους. Τον μεταμόρφωσαν κατάλληλα. Μουσάκι, αμπέχονο, στρατιωτικό σακίδιο. Στην αρχή μας έριξε ένα πολιτικό λογύδριο. Εμείς γελούσαμε και τον δουλεύαμε. Η Χριστίνα τον κοίταζε εκστασιασμένη. Πως τα λέγε! Ότι κι να λέγε, θεϊκά τα έλεγε! Και μετά; Την πήρε και φύγανε. Το μετά των εφηβικών ερωτών…..Τι πριν και μετά; Συνεχώς! Με απέραντο πάθος και μια έπαρση χαριτωμένη ότι αυτό που κάνουν αυτοί, δεν το κάνει κανένας άλλος στον πλανήτη. Πόσες στάσεις αναφέρει το κάμα σουτρα; Κακόμοιρε κάμα σουτρα, πόσα δεν ήξερες! Οι εφηβικοί έρωτες έχουν άλλες επιδόσεις. Σπάνε τα ρεκόρ για πλάκα. Άλλωστε εκείνος ήταν 18, τον τράβαγε η φύση από την μύτη, εκείνη 16, την τράβαγε η περιπέτεια, η περιέργεια. Είχε γραπώσει το κορμί της και το έσουρνε. Γιαυτο πολλές φορές θύμιζε μαζορετα. Εκτελούσε ότι είχε ακούσει , ότι είχε κρυφακούσει, ότι είχε διαβάσει. Μπερδευόταν με τις «ερωτικές ζώνες», προσποιήσεις , δοκιμές στεναγμών. Θέλει το γυναικείο κορμί τον χρόνο του (Δεν ξέρω, έτσι λένε οι γυναίκες.. ) Αλλά εκείνοι βιάζονταν! Με χίλια θα έγερναν στις στροφές με το μηχανάκι. Σιγά μην είχε ακούσει ο Σάββας την παράκληση μου «ρε μαλάκα, να προσέχεις το μηχανάκι μου». Ποιος να παραφυλάει στη στροφή εκτός από τον Έρωτα και τη Στιγμή!
Γιαυτο τα ματιά των ερωτευμένων εφήβων είναι τόσο καθαρά. Γιατί δεν έχουν εγγραφές. Μοιάζουν με καινούργιο , ατσαλάκωτο σχολικό τετράδιο που μόλις το ανοίγεις σε αναγκάζει σε υποχρεώσεις. Άγραφα ματιά. Δεν έχουν μετρήσει απουσίες, μόνο παρουσίες. Δεν έχουν ούτε ακουστά για όρους, προθεσμίες, διορίες, λογαριασμούς, απολογισμούς. Δεν έχουν «που πάμε»; Όπου θέλει ο διάολος ας πάμε! Η μόνη χρονική στιγμή στη ζωή του ανθρώπου που ο εαυτός του είναι απόλυτος σύμμαχος…Κρίμα όποιον δεν έζησε έναν τέτοιο εφηβικό Έρωτα Αλλά και κρίμα σ΄ όποιον του έλαχε αργότερα κι έπρεπε να υποδυθεί τον έφηβο. Ο έρωτας, ανάλογα τη χρονική στιγμή , μπορεί να είναι ευλογία ή κατάρα. Βαριά κατάρα. Ένα βουητό μόνιμο, ένα «που πας;» , μέσα στο αυτί σου…Όταν πια αποφασίζεις παρέα με άλλους παράγοντες. Αλλά μέχρι τότε είχαν καιρό. Πολύ καιρό!
Συναντηθήκαμε όλοι μαζί αρκετά χρονιά μετά. Οι ίδιοι άνθρωποι, άλλοι άνθρωποι. Άλλο φόντο… Έλειπαν και οι κόκκινες φούντες και η φωνή του Στελάρα. Στο λεωφορείο είχαν μπει και άλλοι ( και τότε ήταν πολλοί αλλά δεν τους έβλεπαν! ) , τα ματιά τους ήταν πια γεμάτα εγγραφές. Τα είπανε, ευτυχώς χωρίς πολλά «θυμάσαι». Μίζερο πράγμα η νοσταλγία. Τη σιχαίνονταν όπως ο διάβολος το λιβάνι. Τέλεια εξασκημένη η μνήμη της γυναίκας. Αλλά καθόλου νοσταλγική. Ίσως τον ανέφερε μάλιστα συχνά σαν παράσημο στη ζωή της. Η νοσταλγία είναι γιαυτους που δεν ταξίδεψαν και σε άλλους τόπους, δεν πορεύτηκαν παραπέρα. Όταν τον χαιρέτησε, τον ευχαρίστησε για τη «πρώτη φορά» (έτσι μας είπε ο Σάββας, και τον πιστεύω). Τόσο δυνατή ήταν η πρώτη φορά, που έβγαλε πέρα από τότε πολλά ενδιαφέροντα ταξίδια. Αξιώθηκε το πέταγμα στον ουρανό αλλά εκτίμησε και το περπάτημα στη γη. Οι εφηβικοί Έρωτες έχουν τελικά ένα ζητούμενο…. Νάνε τυχερός ο επόμενος!
Σ.Σ. Το κείμενο αυτό αναδημοσιεύεται μετά από τρία χρόνια γιατί πριν λίγες μέρες ήμουν μάρτυρας μιας σκηνής ίδιας με αυτή που περιγράφω στην αρχή. Στον σταθμό των τρένων αυτή την φόρά...
Φώτης Βακιρτζηδέλης