Γράφει ο Ανδρέας Ανδριτσόπουλος (Δικηγόρος)
Πραγματοποιήθηκε το πρώτο βήμα και είναι ίσως μία καλή αρχή για την ψήφιση και επιπλέον νομοθετικών ρυθμίσεων προς επίλυση και άλλων σοβαρότατων ζητημάτων της επιμέλειας ανηλίκου τέκνου.
Συγκεκριμένα την 31-7-2020 με το άρθρο 139 του Ν.4714/2020 (ΦΕΚ Α 148/31.7.2020) προστέθηκε στον Αστικό Κώδικα το άρθρο 1519 το οποίο έχει ως εξής:
Πρόκειται ομολογουμένως για μία σημαντική διάταξη με την οποία γίνεται προσπάθεια το θέμα της μεταβολής του τόπου διαμονής του ανηλίκου τέκνου να επιλύεται συναινετικά από τους διαζευγμένους ή εν διαστάσει γονείς χωρίς να θίγεται ουσιωδώς το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο.
Είναι όμως αυτό αρκετό; Ως μία καλά αρχή ίσως. Δεν υπάρχουν όμως και άλλα πολλά και πολύ σοβαρά επίσης ζητήματα συνεπιμέλειας που θα έπρεπε ήδη να έχουν ρυθμισθεί ταυτόχρονα με την παρούσα ψηφισθείσα διάταξη;
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να επισημάνω ιδιαιτέρως το γεγονός ότι το εν λόγω άρθρο 139 του Ν.4714/2020 με τίτλο «Ειδικές πράξεις επιμέλειας ανήλικου τέκνου» κατατέθηκε την 28-7-2020 με τροπολογία προς ψήφιση στη Βουλή και προς συμπλήρωση των διατάξεων του Αστικού Κώδικα με την εξής διατύπωση:
«Άρθρο 1519 Ειδικές πράξεις επιμέλειας ανήλικου τέκνου.
Όταν η επιμέλεια του ανήλικου τέκνου ασκείται από τον ένα μόνον γονέα, οι σοβαρές μη επαναλαμβανόμενες αποφάσεις για τις πράξεις επιμέλειας που επηρεάζουν αποφασιστικά το μέλλον του τέκνου λαμβάνονται και από τους δύο γονείς από κοινού, εφόσον δεν συντρέχει η περίπτωση του άρθρου 1510 παρ. 3.
Μεταβολή του τόπου διαμονής του τέκνου, που επιδρά ουσιωδώς στο δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, απαιτεί προηγούμενη συμφωνία των γονέων ή προηγούμενη οριστική δικαστική απόφαση μετά από αίτημα οποιουδήποτε από τους γονείς. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε πρόσφορο μέσο.».
Με αφορμή λοιπόν την εν λόγω διάταξη, όπως αυτή ψηφίσθηκε, αλλά και των διατάξεων που αναμένουμε να κατατεθούν στο μέλλον από το Υπουργείο Δικαιοσύνης για τη ρύθμιση και άλλων ειδικών πράξεων επιμέλειας ανηλίκου τέκνου από κοινού από τους δύο γονείς και για την πλήρη συμμόρφωση του κράτους μας σε σειρά οδηγιών και συστάσεων από ευρωπαϊκά και διεθνή όργανα, θέλω να καταθέσω με λίγες λέξεις κάποιες σκέψεις μου, αφού είναι βέβαιο ότι εκ των πραγμάτων θα επανέλθω. Θα προσπαθήσω να προσεγγίσω το θέμα όχι από τη νομική του πλευρά αλλά από την κοινωνική του διάσταση και πρακτική.
Με μια πρώτη ανάγνωση φαίνεται να επιλύονται σοβαρά προβλήματα στην άσκηση της επιμέλειας των ανηλίκων τέκνων, διαζευγμένων ή εν διαστάσει γονέων, δεδομένου ότι αμφότεροι οι γονείς θα έχουν πλέον λόγο σε σοβαρές, μη επαναλαμβανόμενες, αποφάσεις που αφορούν στο μέλλον του παιδιού τους, ακόμη και αν την επιμέλεια ασκεί ο ένας με δικαστική απόφαση.
Όμως η ιδιότητά μου ως μαχόμενου δικηγόρου αλλά κυρίως η εμπειρία που απέκτησα μέσα απ’ αυτήν με προβληματίζει για το εάν η εφαρμογή των σχετικών διατάξεων θα λύσει ουσιαστικά – όχι Νομικά – αλλά κοινωνικά προβλήματα.
Είναι ευρέως γνωστό ότι σε διαζύγιο καταλήγει ένας στους δυο γάμους και πάνω από 20.000 παιδιά το χρόνο είναι αντικείμενα διεκδίκησης ανάμεσα σε γονείς που δεν συμφωνούν ούτε για το πώς θα..… χωρίσουν.
Το αποτέλεσμα είναι ένα στα 10 παιδιά να έχει απομακρυνθεί από τον έναν από τους δυο γονείς του. Οι ρυθμίσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης που ψηφίσθηκαν και έγιναν νόμος αλλά και αυτές που θα ψηφισθούν στο μέλλον, ορίζουν και θεσμοθετούν ότι ο γονέας που δεν έχει την επιμέλεια, που συνήθως είναι ο πατέρας, θα έχει γνώμη για την πόλη ή τη χώρα που θα διαμείνει το παιδί του μετά την οριστική και αμετάκλητη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, ήτοι τη λύση του γάμου, αν θα μάθει μια ή δύο ξένες γλώσσες, αν θα ασχοληθεί με τον αθλητισμό, προς τα πού και με ποιον τρόπο θα κατευθυνθεί για τις μελλοντικές σπουδές του και την επαγγελματική του αποκατάσταση και εξέλιξη και για τόσα άλλα επιμέρους σοβαρά θέματα. Αναμφισβήτητο γεγονός είναι ότι και οι δυο γονείς πρέπει να συμμετέχουν στην ομαλή ανάπτυξη του/ων παιδιού/ων. Μέχρι σήμερα ο πατέρας ήταν σε δεύτερη μοίρα και σύμφωνα με δήλωση ενός διαζευγμένου πατέρα που κατέθεσε τη μαρτυρία του σε τηλεοπτική εκπομπή, λέγοντας -μεταξύ άλλων- πως: “Ο πατέρας είναι μια επιταγή, τίποτε άλλο. Κι από εκεί και πέρα, αναγκάζεται να κάνει «απομακρυσμένη διαχείριση» σαν σε ηλεκτρονικό υπολογιστή”. Ενώ ο κ. Λάμπρος Κερεντζής, Ψυχολόγος – Ψυχοπαιδαγωγός, Οικογενειακός Θεραπευτής, επισημαίνει την «αναγκαιότητα και των δύο γονέων στην ανάπτυξη του παιδιού».
Μέχρι εδώ φαίνεται πως θα επιλυθεί νομικά το θέμα με τη δυνατότητα και των δυο γονέων να συναποφασίζουν για τον τρόπο, την εξέλιξη αλλά και το μέλλον του παιδιού. Ακούγεται και φαίνεται λογικό, εύλογο και δίκαιο.
Τι θα συμβεί όμως αν δεν έχουμε τη σύμφωνη γνώμη και των δυο γονέων είτε γιατί υπάρχει διάσταση απόψεων είτε η διαφωνία θα εντάσσεται στα πλαίσια του “πολέμου” στον οποίο βρίσκεται ένα ζευγάρι. Σε μια τέτοια περίπτωση έχουμε την “εξαφάνιση” του παιδιού από το προσκήνιο και την απόλυτη απαξίωση των επιθυμιών του. Κάτι που πιθανόν να έχει ανυπολόγιστες συνέπειες στην ψυχολογία του αλλά και στην «πρόοδό του» στις επιλογές των γονέων του οι οποίες δεν θα έχουν καμία σχέση με τα ταλέντα, τις επιθυμίες ή ακόμη και τα όνειρά του.
Ας μην παραβλέπουμε το γεγονός ότι πολλά διαζευγμένα ζευγάρια χρησιμοποιούν τα παιδιά τους σαν όπλο απέναντι στον “αντίπαλο” εκβιάζοντας καταστάσεις, π.χ. πατέρας που δεν είναι συνεπής στις οικονομικές του υποχρεώσεις με την καταβολή μηνιαίας διατροφής θέλει να πιέσει τη μητέρα χωρίς να σκέφτεται ότι αυτό μειώνει σημαντικά την ποιότητα ζωής του/ων παιδιού/ων ή από την άλλη η μητέρα που με διάφορες προφάσεις δεν επιτρέπει την επικοινωνία του/ων παιδιού/ων αδιαφορώντας παντελώς για την ανάγκη των ίδιων να μεγαλώνουν ισορροπημένα χωρίς να νιώθουν την έλλειψη του πατέρα με τον διαφορετικό αλλά επίσης σημαντικό και αναντικατάστατο ρόλο στην ψυχολογία τους.
Η αγωνία και ο προβληματισμός μου, λοιπόν, έγκεινται όχι σε μια δικαστική απόφαση αλλά στον τρόπο που θα εφαρμοστεί αυτή. Και φοβάμαι ότι σε ένα σημαντικό ποσοστό θα συνεχίσουμε να έχουμε μακροχρόνιες και πολυδάπανες δικαστικές διαμάχες για επιμέρους θέματα επιμέλειας και επικοινωνίας οι οποίες τελικά θα αποβαίνουν σε βάρος των ανηλίκων και τη φυσιολογική ανάπτυξή τους.
Ας μη ξεχνάμε ότι έχουμε τόσα πολλά κρούσματα σκληρής ενδοοικογενειακής βίας μπροστά στα έντρομα μάτια μικρών παιδιών θα κολλήσουμε στην “λεπτομέρεια” για το αν το παιδί θα κάνει στίβο ή θα μάθει ένα μουσικό όργανο; Ποιος όμως ρώτησε το παιδί, στις περιπτώσεις βέβαια που η ηλικία του το επιτρέπει, ποιο είναι πιο σημαντικό για το ίδιο; Στο σημείο αυτό ας μου επιτραπεί, όχι τόσο ως νομικός αλλά ως πατέρας δύο ανηλίκων αγοριών, να απευθυνθώ στους διαζευγμένους ή εν διαστάσει γονείς και να τους πω την άποψη μου, όπως πράττω πάντα και με τους εντολείς μου, όταν αυτοί προσέρχονται σε μένα προς επίλυση τέτοιων σοβαρών οικογενειακών προβλημάτων, λέγοντάς το εξής: «Να αγαπήσουν τα παιδιά σας, να συζητήσουν μαζί τους και να στηρίξουν τα όνειρα και τις επιλογές τους. Όσον αφορά τις μεταξύ τους διαφορές ας τις λύσουν σε “άλλο γήπεδο” μακριά από τα παιδιά. Μόνο τότε τα παιδιά τους θα τους αγαπήσουν το ίδιο και τους δύο κάτι που θα το βρουν μπροστά τους τα επόμενα χρόνια όταν δεν θα έχουν την ανάγκη τους αλλά αυτοί τη δική τους.»
Ως γονέας και μόνο θα κλείσω τις σκέψεις μου αυτές με τους στίχους ενός γνωστού τραγουδιού:
«Υπερασπίσου το παιδί
γιατί αν γλιτώσει το παιδί
υπάρχει ελπίδα»
Και για εμάς (τους γονείς) και για την κοινωνία.