Η παραβατικότητα ανηλίκων είναι ένα πολυσύνθετο φαινόμενο που για την αντιμετώπιση του χρειάζεται συνεργασία πολιτείας, οικογένειας και σχολείου.
Ουσιαστικά είναι απαραίτητη η υιοθέτηση προληπτικών παρεμβάσεων οι οποίες πρέπει να στοχεύουν στην κοινωνικοποίηση κι ενσωμάτωση των νέων μέσω της οικογένειας, της κοινότητας, του σχολείου, της επαγγελματικής κατάρτισης κι αποκατάστασης στην αγορά εργασίας. Αυτό το οποίο θα πρέπει να θυμόμαστε είναι πώς και τα παιδιά – θύτες είναι θύματα της δικής μας κοινωνίας, που τοποθέτησε σε πρώτη γραμμή προτεραιότητας τον άκρατο υλισμό, την ευκολία, την ηδονοθηρία, τον υπερκαταναλωτισμό, το κέρδος και λησμόνησε αξίες, ιδανικά και πνευματικές ανάγκες που δίχως αυτές δεν μπορούμε να προάγουμε και να δημιουργήσουμε έναν ιδανικό κόσμο για τα παιδιά μας.
Ειδικότερα η οικογένεια ως ο πρώτος και βασικότερος φορέας αγωγής καλείται να επιτελέσει τον ουσιαστικότερο ρόλο, εφόσον μέσω αυτής αναμένεται να λάβει το παιδί τις αναγκαίες αξίες και αρχές προκειμένου να κοινωνικοποιηθεί ορθά και να επιδεικνύει σεβασμό στα άλλα μέλη της κοινωνίας.
Αν, ωστόσο, η οικογένεια αντιμετωπίζει προβλήματα που δυσχεραίνουν τη ζητούμενη λειτουργία της απαιτείται συγκροτημένη κρατική αρωγή, ώστε οι γονείς να είναι σε θέση να υπηρετήσουν πληρέστερα την αποστολή τους. Σε ό,τι αφορά την οικογένεια αξίζει να ληφθούν υπόψη τα εξής:
Με δεδομένο τον ειδικό ρόλο που διαδραματίζει η οικογένεια σε όλα τα στάδια της μάχης κατά της παραβατικότητας ανηλίκων, απαιτούνται τα κατάλληλα μέτρα στήριξης για τους γονείς, απαιτείται ειδικότερα στήριξη σε οικογένειες που αντιμετωπίζουν οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, με μέτρα, όπως, μεταξύ άλλων, η κάλυψη των ουσιαστικών αναγκών για στέγαση και διατροφή, εξασφάλιση της πρόσβασης όλων των μελών των οικογενειών, ιδίως δε των παιδιών, στη βασική εκπαίδευση και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, αλλά και δράσεις ισότιμης ένταξης των μελών των οικογενειών αυτών στην αγορά εργασίας και την κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή, προκειμένου να διασφαλιστεί ένα υγιές και δίκαιο οικογενειακό περιβάλλον ανάπτυξης και πρώτης κοινωνικοποίησης των παιδιών. Απαιτείται, επίσης, μια αποτελεσματική υπηρεσία ψυχολογικής και κοινωνικής στήριξης που θα διαθέτει, μεταξύ άλλων, σημεία επαφής για τις οικογένειες που αντιμετωπίζουν προβλήματα παραβατικότητας ανηλίκων.
Από την άλλη πλευρά ο ρόλος που διαδραματίζει το σχολείο και η σχολική κοινότητα στη διαμόρφωση της προσωπικότητας των παιδιών και των εφήβων είναι καταλυτικός. Τα δύο βασικά χαρακτηριστικά του σημερινού σχολείου, ωστόσο, η πολυπολιτισμικότητα και η όξυνση των ταξικών διαφορών, είναι δυνατόν, εάν απουσιάζουν οι κατάλληλες δομές παρέμβασης, υποστήριξης και προσέγγισης των μαθητών από το εκπαιδευτικό σύστημα, να οδηγήσουν σε φαινόμενα ενδοσχολικής βίας και καλλιέργειας εχθρικού περιβάλλοντος μεταξύ επιθετικών μαθητών, που επωμίζονται το ρόλο του θύτη, και των μαθητών θυμάτων.
Είναι, άρα, σημαντικό να δίνονται στις σχολικές αρχές οι κατάλληλες κατευθυντήριες γραμμές για μία σύγχρονη διαδικασία επίλυσης των συγκρούσεων στον χώρο του σχολείου με διαμεσολαβητικούς θεσμούς, στους οποίους θα συμμετέχουν από κοινού μαθητές, γονείς, δάσκαλοι και αρμόδιες υπηρεσίες των τοπικών φορέων.
Απολύτως αναγκαία, παράλληλα, είναι η παροχή κατάλληλης κατάρτισης στους εκπαιδευτικούς, προκειμένου να μπορούν να διαχειρίζονται την ετερογένεια της τάξης, να αναπτύσσουν μία παιδαγωγική όχι ηθικολογίας, αλλά πρόληψης και αλληλεγγύης, και να αποτρέπουν το στιγματισμό και την περιθωριοποίηση τόσο των δραστών ανηλίκων όσο και των θυμάτων συμμαθητών τους. Χρειάζεται, επομένως, να ενταχθούν στην εκπαιδευτική πολιτική η παροχή ιδιαίτερης συμβουλευτικής και ψυχολογικής στήριξης σε παιδιά που αντιμετωπίζουν προβλήματα κοινωνικοποίησης, η δυνατότητα παροχής ιατρικής περίθαλψης σε κάθε σχολείο, ο διορισμός, ανά μικρό αριθμό εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, κοινωνικού λειτουργού, κοινωνιολόγου-εγκληματολόγου και παιδοψυχολόγου, εξειδικευμένων σε θέματα παιδικής παραβατικότητας, ο αυστηρός έλεγχος σε θέματα χρήσης ναρκωτικών ουσιών από μαθητές και η καταπολέμηση κάθε είδους διάκρισης εις βάρος μελών της σχολικής κοινότητας.
Καταλυτικός είναι επίσης και ο ρόλος των ΜΜΕ , τα οποία χρειάζεται να αναγνωρίσουν και να αποδεχτούν την ευθύνη που τους αναλογεί στην εμφάνιση του φαινομένου της παραβατικότητας των ανηλίκων λόγω της συχνής -και κάποτε ηρωοποιημένης- παρουσίασης της βίας. Οφείλουν, έτσι, να προχωρήσουν σε εμφατικότερη επισήμανση του περιεχομένου τηλεοπτικών εκπομπών και άλλων προγραμμάτων που ενδέχεται να περιλαμβάνουν ιδιαίτερα βίαιες ή ακατάλληλες για ανηλίκους σκηνές. Ακόμη περισσότερο απαιτείται από το κράτος να συμφωνήσει με τους φορείς των ΜΜΕ και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για έναν «οδικό χάρτη» προστασίας των δικαιωμάτων των παιδιών, και ειδικότερα των ανήλικων παραβατών, σχετικά με την απαγόρευση τόσο της προβολής ακραίων εικόνων σε συγκεκριμένες ώρες της ημέρας όσο και της αποκάλυψης της ταυτότητας ανηλίκων που εμπλέκονται σε παραβατική συμπεριφορά.
Ένα από τα βασικά στοιχεία, άρα, της πρόληψης και της καταπολέμησης της εγκληματικότητας των ανηλίκων συνίσταται στην ανάπτυξη πολιτικής επικοινωνίας που θα επιτρέπει την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης στο πρόβλημα αυτό, καθώς και την εκρίζωση της βίας από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και ευρύτερα από τις πλατφόρμες τηλεοπτικού περιεχομένου.
Τα ΜΜΕ, άλλωστε, μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην πρόληψη του φαινομένου της παραβατικότητας των ανηλίκων, μέσω της ανάληψης πρωτοβουλιών ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού, καθώς και της παροχής υψηλής ποιότητας εκπομπών, οι οποίες θα προβάλλουν τη θετική συνεισφορά των νέων στην κοινωνία, ενώ αντίθετα θα ελέγχουν την προβολή χρήσης βίας, πορνογραφίας και κατανάλωσης ναρκωτικών ουσιών, βάσει συμφωνιών που θα ενταχθούν στον «οδικό χάρτη» προστασίας των δικαιωμάτων των παιδιών.
Τέλος στο ζήτημα της παραβατικότητας των ανηλίκων, η διεξαγωγή της δικαστικής διαδικασίας και η διάρκειά της, η επιλογή του μέτρου που πρέπει να ληφθεί καθώς και η μετέπειτα εκτέλεσή του πρέπει να υπαγορεύονται από την αρχή του υψίστου συμφέροντος του παιδιού και του σεβασμού του δικονομικού δικαίου. Κάθε μέτρο εγκλεισμού δεν πρέπει παρά να αποτελεί έσχατη λύση και να εκτελείται σε υποδομές ειδικά προσαρμοσμένες για τους ανήλικους παραβάτες.
Σταυρούλα Παπαδημητρίου
Φιλόλογος