Από τροβαδούρος… πρωθυπουργός και από πρωθυπουργός… στην υποχρεωτική φροντίδα ηλικιωμένων
Tου Δημήτρη Τσολάκη
Η περίπτωση του πρώην Ιταλού πρωθυπουργού Σίλβιου Μπερλουσκόνι έρχεται να ταιριάξει με μια συζήτηση που είχα προ ημερών «Αλήθεια πιστεύετε ότι μας ψεκάζουν;» (οι ψηφοφόροι του Καμμένου παρακαλούνται να μην απαντήσουν, η ερώτηση ήταν ρητορική). Η ηλιθιότητα, η αποχαύνωση και ο κατευθυνόμενος τρόπος σκέψης είναι λίγο πιο δύσκολη διαδικασία από ένα απλό ψέκασμα. Αλλά όταν σου ανήκουν 3 μεγάλα εθνικής εμβέλειας κανάλια, το 40% του τύπου, μια ιστορική ποδοσφαιρική ομάδα και κάποια εκατομμύρια, είναι λίγο πιο εύκολο, απλά χρειάζεται χρόνος.
Έτσι ο Σύλβιο Μπερλουσκόνι, από τροβαδούρος σε κρουαζιερόπλοια τη δεκαετία του ’60, πέρασε στα επίπεδα των πετυχημένου κτηματομεσίτη το ’70, μεγιστάνα της τηλεόρασης και του τύπου το ’80, πρόεδρου της ιστορικής και δημοφιλούς ποδοσφαιρικής ομάδας MILAN και λίγο αργότερα, στα μέσα του 1990 σε πολιτικό πρόσωπο και ως ο μακροβιότερος πρωθυπουργός της Ιταλίας.
Ένας άνθρωπος που εξ αρχής έδειξε στοιχεία αλαζονείας, εγωισμού, άφθονου λαϊκισμού που σαν άλλος πολιτικός μεσσίας έρχεται για να σώσει την Ιταλία. Αναφέρεται στον εαυτό του στο τρίτο πρόσωπο, παρομοιάζοντας τον ως νούμερο ένα, ως κορυφή, ακόμα και με Άγιο. Ο ίδιος άνθρωπος δεν παύει όμως να είναι και ιδιαίτερα έξυπνος, πετυχημένος ως επιχειρηματίας και πρωτοπόρος ως πολιτικός, με κοινό στοιχείο; Το μάρκετινγκ.
Αρχικά επηρεάζει στη διαμόρφωση του ιταλικού γούστου, δημιουργώντας μια καταναλωτική κοινωνία βασισμένη στην εμπορική τηλεόραση. Εκλαϊκεύει την ιταλική κουλτούρα, δημιουργώντας μια βαθιά παρακμή. Εμφανίζει ημίγυμνα μοντέλα σε όλα τα προγράμματα του, φέρνοντας κατά πολλούς τη σεξουαλική διαφθορά στην τότε πουριτανική κοινωνία της Ιταλίας. Παράλληλα όμως φέρνει τη ψευδαίσθηση ότι ο Μπερλουσκόνι πραγματοποιεί όνειρα και εκπροσωπεί έναν συναρπαστικό τρόπο ζωής, ένα ονειρικό life style, κάτι σαν τον Πέτρο Κωστόπουλο μια δεκαετία αργότερα στην Ελλάδα. Φαντάζει ηγέτης μιας βιομηχανίας πόθων και ονείρων, ένα καθοριστικό στοιχείο της μετέπειτα πολιτικής του επιτυχίας.
Εν συνεχεία αρπάζει την ευκαιρία για ακόμα μια φορά, αγοράζοντας τη χρεοκοπημένη αλλά ιστορικότητα ομάδα της Milan, εκτοξεύοντας τη στην κορυφή. Το κέρδος της επιτυχίας μεγάλο αλλά το κέρδος της θετικής αναγνωρισιμότητας του ακόμα μεγαλύτερο.
Είναι τόσο αντικουμουνιστής που στον φόβο ότι μετά την πτώση των δυο μεγάλων κομμάτων από την υπόθεση των διαφθαρμένων πολιτικών δεν θα έχει κάποιο πολιτικό στήριγμα και βλέποντας πως βρίσκεται εκτεθειμένος, με σοβαρά οικονομικά προβλήματα στα μέσα του ’90, δημιουργεί το δικό του κόμμα. Εκμεταλλεύεται τη δύναμη των ΜΜΕ και τα εντάσσει στον πολιτικό του σχεδιασμό. Στηριζόμενος στις επιχειρήσεις του αλλά και σε μερίδα καπιταλιστών, χτίζει μια εναλλακτική πολιτική. Φέρνει το διαφορετικό, ξεφεύγει από την αυστηρή γλώσσα των πολιτικών. Με το ιδιαίτερο χιούμορ του, χρησιμοποιώντας καθημερινές φράσεις και ποδοσφαιρικούς όρους, οι Ιταλοί ταυτίζονται μαζί του και λίγους μήνες αργότερα εκλέγεται πρωθυπουργός της χώρας.
Από εκεί και πέρα, ο μόνος εχθρός και η μοναδική απειλή, είναι ο κακός εαυτός του και οι δικαστικές διαμάχες.
Τον ακολουθούν μια καταιγίδα δικαστικών διώξεων για δωροδοκίες, παράνομους χρηματισμούς, φοροδιαφυγή, απάτες, ψευδορκίες. Όμως εκμεταλλεύεται τη δύναμη του κοινοβουλίου, αλλάζοντας νόμους βάση των οποίων θα έπρεπε να τιμωρείται. Σχεδιάζει τις αλλαγές με τέτοιο τρόπο ώστε να τη βγάζει «λάδι». Χαρακτηριστικό είναι πως μέχρι σήμερα μόνο μια δικαστική διαμάχη κατάφερε να νικήσει ενώ από τις υπόλοιπες αθωώνεται είτε λόγω παραγραφής είτε λόγω αλλαγής των νομοσχεδίων.
Αδυναμία του εκτός από τη δόξα και το χρήμα, τα ωραία κορίτσια, όχι πολύ μεγαλύτερα των 20 χρόνων που σαν άλλος «μπαμπάκας» είναι εκεί για να τα φροντίσει και να τα προστατέψει. Τα ροζ σκάνδαλα, ειδικά από τη δεύτερη εκλογή του και μετά, διαδέχονται το ένα μετά το άλλο και σε συνδυασμό με τις δικαστικές διαμάχες αλλά και την κρίση της ελεύθερης οικονομίας φέρνουν το τέλος της κυβέρνησης του.
Η –αναγκαστική- παραίτηση του, επιβεβαιώνει ότι δεν σήμαινε και την παραίτηση του από την πολιτική σκηνή αφού ακόμα και τώρα, τρία χρόνια μετά, που εκτίει ποινή κοινωνικής εργασίας και παρόλο που δεν έχει δικαίωμα δημόσιων αξιωμάτων, βρίσκεται παρών, δίνοντας ακόμα και την εντολή λίγους μήνες πριν για στήριξη του κόμματος του στον πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι. Σήμερα λοιπόν υπόσχεται μέχρι και δωρεάν μασέλες, ώστε το Φόρτσα Ιτάλια να ξεκολλήσει από την τρίτη θέση που βρίσκεται τώρα και μέχρι τις επόμενες εκλογές να βρεθεί ξανά στην εξουσία.
Άλλα άρθρα του Δημήτρη Τσολάκη θα βρείτε στο http://citymomenti.blogspot.gr/